Η υπερκαλιαιμία είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται αύξηση των επιπέδων καλίου στο αίμα.
Η υπερκαλιαιμία μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες.
Μεταξύ άλλων είναι κάποιες δυσλειτουργίες των νεφρών (οξεία νεφρική ανεπάρκεια, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια), μειωμένη έκκριση ρενίνης λόγω νεφροπάθειας ή λήψη κάποιων φαρμάκων (διουρητικά, μη – στεροειδή αντιφλεγμονώδη).
Επίσης, η υπερκαλιαιμία παρατηρείται και μετά από βλάβες στους ιστούς λόγω τραύματος, αιμόλυσης, δηλητηρίασης ή ανεπάρκειας ινσουλίνης.
Τα συνήθη συμπτώματα της υπερκαλιαιμίας είναι:
• Αίσθημα κόπωσης
• Ναυτία
• Ζάλη
• Αδυναμία
• Βραδυκαρδία
• Διακοπή της καρδιάς
• Χαμηλός σφυγμός
• Ηλεκτροκαρδιογραφικές ανωμαλίες
• Αρρυθμίες
Θα πρέπει ο ασθενής να τρέφεται με χαμηλά σε κάλιο τρόφιμα και να διακόψει οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή προκαλεί αύξηση καλίου ή και να προβεί σε αιμοκάθαρση αν υπάρχει νεφρική ανεπάρκεια.
Για την υπερκαλιαιμία απαιτείται τακτικός προληπτικός αιματολογικός και ουρολογικός έλεγχος, ειδικά των ατόμων που δεν παράγουν πολλά ούρα ή λαμβάνουν ενδοφλέβια συμπληρώματα καλίου.