Πρόκειται για μία πάθηση κατά την οποία τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι μεν ψηλά, ψηλότερα δηλαδή από τα φυσιολογικά, αλλά όχι τόσο, ώστε να διαγνωστεί διαβήτης τύπου 2.
Πολύ λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν ότι έχουν προδιαβήτη και μόνο με μια αιματολογική εξέταση μπορούν να το ανακαλύψουν.
Ο προδιαβήτης όμως προειδοποιεί όχι μόνο για επερχόμενο διαβήτη, αλλά δημιουργεί και αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικών και καρδιοπαθειών.
Ευτυχώς, δεν πρόκειται για κάτι μη αναστρέψιμο, αρκεί να ανακαλυφθεί εγκαίρως.
Αυτό σημαίνει ότι μπορεί κανείς να τον εμποδίσει να εξελιχθεί σε κανονικό διαβήτη.
Αρκεί να κάνει κάποιες αναγκαίες αλλαγές στον τρόπο ζωής και στη διατροφή του.
Πώς προκαλείται ο προδιαβήτης
Η ινσουλίνη είναι η ορμόνη που παράγει το πάγκρεας, της οποίας η δράση είναι τέτοια ώστε το σάκχαρο που υπάρχει στο αίμα να πάει στα κύτταρα για να παραχθεί ενέργεια.
Αυτή είναι η φυσιολογική λειτουργία.
Στα άτομα με προδιαβήτη όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει με αποτέλεσμα τα κύτταρα να μην ανταποκρίνονται φυσιολογικά στην ινσουλίνη.
Σε αυτήν την περίπτωση, το πάγκρεας εκκρίνει περισσότερη ινσουλίνη για να λυθεί το πρόβλημα.
Τα κύτταρα όμως εξακολουθούν να αντιστέκονται.
Έτσι, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα ανεβαίνουν, δημιουργώντας αρχικά προδιαβήτη και αργότερα διαβήτη.
Συμπτώματα και παράγοντες κινδύνου
Ξεκάθαρα συμπτώματα που μπορούν δείξουν την ύπαρξη προδιαβήτη δεν υπάρχουν.
Γι’ αυτό μπορεί κάποιος να έχει χρόνια προδιαβήτη και να τον εντοπίσει μόνο αν προκύψει κάποιο σοβαρότερο πρόβλημα υγείας.
Περισσότερο επιρρεπείς στον προδιαβήτη είναι οι παχύσαρκοι, όσοι κάνουν καθιστική ζωή και δεν ασκούνται, έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη ή είναι πάνω από 45 ετών.
Για τις γυναίκες υπάρχουν δύο ακόμα παράγοντες.
Αν έχουν ή είχαν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή αν είχαν εμφανίσει διαβήτη κύησης ή αν το μωρό που γέννησαν ζύγιζε από τέσσερα κιλά και πάνω.
Πώς αποτρέπεται ο διαβήτης
Το άτομο που έχει προδιαβήτη, χρειάζεται να κάνει κάποιες σημαντικές αλλαγές, ώστε να ρίξει την τιμή του σακχάρου στο αίμα και να αποτρέψει την εμφάνιση διαβήτη.
Χρειάζεται να εντάξει στη ζωή του την καθημερινή άσκηση και να ακολουθήσει υγιεινή διατροφή υπό την επίβλεψη ενός ειδικού διατροφολόγου, ο οποίος θα καταρτίσει ένα πλάνο διατροφής προσαρμοσμένο στις ανάγκες του.
Τουλάχιστον για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα θα πρέπει να αποφεύγονται τα τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, τα γλυκά και τα φρούτα που περιέχουν μεγάλες ποσότητες φρουκτόζης.
Η κατανάλωση υδατανθράκων θα πρέπει επίσης να περιοριστεί.
Αν το άτομο είναι παχύσαρκο, θα πρέπει παράλληλα να μπει σε πρόγραμμα αδυνατίσματος, ώστε να χάσει τα περιττά κιλά.
Επίσης, επιβάλλεται η διακοπή του καπνίσματος.
Η ποιότητα του ύπνου και οι επαρκείς ώρες του είναι επίσης μια αναγκαία συνθήκη, όπως και η μείωση του στρες, το οποίο ευθύνεται για διάφορες αλλαγές στα επίπεδα των ορμονών.